Εκτομή όγκων τραχείας - καλοήθων στενώσεων

Εκτομή όγκων τραχείας - καλοήθων στενώσεων

Οι όγκοι της τραχείας είναι σπάνιοι και τις περισσότερες φορές κακοήθεις. Αναπτύσσονται εντός του αυλού και μπορεί να προκαλούν συμπτώματα, όπως βήχα, δυσκολία στην αναπνοή (δύσπνοια) και συριγμό (υψίσυχνος ήχος που ομοιάζει με σφύριγμα), τα οποία επειδή προσομοιάζουν με συμπτώματα πνευμονικών παθήσεων (π.χ. άσθμα, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, βρογχίτιδα) προκαλούν σύγχυση που μπορεί να καθυστερεί τη διάγνωση.

Καθώς αναπτύσσεται ο όγκος, καταλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερο χώρο μέσα στον αυλό, αποφράσσοντας τον και εμποδίζοντας σημαντικά την είσοδο του αέρα στους πνεύμονες κατά την εισπνοή.

Η θεραπεία των όγκων της τραχείας είναι η χειρουργική εκτομή τους, ενίοτε και κατά περίσταση, συνδυαζόμενη με ακτινοθεραπεία ή/και χημειοθεραπεία.

sxima traxias

Eικ.1. Απεικόνιση του λάρυγγα, της τραχείας και του διχασμού τηε στους δύο κύριους βρόγχους.

Η τραχεία έχει σχήμα σχεδόν κυλινδρικό και μήκος περίπου 11-12 εκατοστά (εικόνα 1). Διαθέτει τέτοια δομή που της επιτρέπει, ανάλογα με τις κινήσεις του τραχήλου να επιμηκύνεται. Για την αφαίρεση ενός όγκου της τραχείας, εκτέμνεται ένα κυλινδρικό τμήμα αυτής, εμπεριέχον τον όγκο. Στη συνέχεια, τα δύο εναπομείναντα φυσιολογικά μέρη, αναστομώνονται, δηλαδή ενώνονται και συρράπτονται. Μετά το χειρουργείο, ο ασθενής ανανίπτει άμεσα. Παραδοσιακά χρειάζεται να κρατά τον αυχένα του κεκαμμένο, με το πηγούνι του να ακουμπά στο στήθος του, για λίγες ημέρες μετά το χειρουργείο, ώστε να αποφεύγεται η εφαρμογή τάσης στην αναστόμωση, έως ότου αυτή επουλωθεί. Αυτό επιτυγχάνεται είτε με ειδικό μαξιλάρι , είτε με την τοποθέτηση ράμματος ανάμεσα στο πηγούνι και το στήθος του ασθενούς (Grillo stitch).

ektome onkon tracheias

Εικ 2. Στην εικόνα απεικονίζεται η αναστόμωση των δύο μερών της τραχείας μετά την εκτομή τμήματος αυτής λόγω όγκου.

Η τραχεία δεν αναγεννάται και η δυνατότητα της να επιμηκυνθεί είναι περιορισμένη. Επίσης, αν και αποτελεί αντικείμενο έρευνας, μέχρι σήμερα δεν έχει καταστεί δυνατό να εφευρεθεί συνθετικό υλικό που να την αντικαθιστά. Αλλά και η μεταμόσχευση της τραχείας, παρά κάποιες αρχικά ελπιδοφόρες μελέτες, τελικα έχει παραμείνει στάσιμη και προς το παρόν θεωρείται μη εφικτή. Αυτό σημαίνει πως το κυλινδρικό τμήμα που αφαιρείται δε μπορεί να υπερβαίνει τα 4 – 6 εκατοστά σε μήκος το πολύ. Ως αποτέλεσμα, όγκοι που απαιτούν εκτομή μήκους τραχείας μεγαλύτερο των 6 εκατοστών, δε χειρουργούνται, καθώς η αναστόμωση των 2 εναπομεινάντων μερών της τραχείας είναι αδύνατη.

Για τον σχεδιασμό της εκτομής όγκου της τραχείας απαιτείται απαραίτητα αξονική τομογραφία τραχήλου και θώρακος με ενδοφλέβιο σκιαγραφικό και βρογχοσκόπηση. Με τις εξετάσεις αυτές λαμβάνουμε πληροφορίες για την έκταση του όγκου εκτός και εντός της τραχείας και υπολογίζουμε το μήκος του τμήματος που θα χρειαστεί εκτομή. Η βρογχοσκόπηση απαιτείται να γίνεται και κατά τη διάρκεια του χειρουργείου για την κατάδειξη του όγκου και την όσο γίνεται ακριβέστερη εκτομή του και μάλιστα με το μικρότερο δυνατό μήκος εκτεμνόμενης τραχείας. Επίσης με τη βρογχοσκόπηση, ελέγχονται, μετά το πέρας της αναστόμωσης, η βατότητα και το εύρος της.

Η χειρουργική της τραχείας απαιτεί από το θωρακοχειρουργό ενδελεχή γνώση της ανατομίας της και κυρίως του τρόπου με τον οποίο αιματώνεται. Η γνώση αυτή είναι απαραίτητη για εφαρμογή κατάλληλης χειρουργικής τεχνικής που να διατηρεί την αιμάτωση, με στόχο την μετεγχειρητικά ομαλή επούλωση της αναστόμωσης.