Πάρεση Διαφράγματος
Το διάφραγμα είναι ο κύριος μυς της αναπνοής. Πρόκειται για γραμμωτό μυ, ο οποίος χωρίζει τη θωρακική κοιλότητα από την κοιλιακή κοιλότητα. Αποτελείται από δύο χωριστά και αυτόνομα μέρη, τα ημιδιαφράγματα (δεξιό και αριστερό).
Η κύρια λειτουργία του είναι στη λειτουργία της αναπνοής. Κατά την εισπνοή, το διάφραγμα συσπάται και επιπεδώνεται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται ο όγκος της θωρακικής κοιλότητας και να εκπτύσσεται ο πνεύμονας. Καθώς εκπτύσσεται ο πνεύμονας, ατμοσφαιρικός αέρας εισέρχεται στους πνεύμονες. Κατά την εκπνοή, το διάφραγμα χαλάται και αποκτά το αρχικό θολωτό του σχήμα, με αποτέλεσμα ο πνεύμονας να συμπιέζεται, οπότε εξέρχεται ο αέρας που είχε εισέλθει σε αυτόν με την εισπνοή (εκπνοή).
Η λειτουργία του ρυθμίζεται από το φρενικό νεύρο, δεξιό και αριστερό (ένα για κάθε ημιδιάφραγμα). Δηλαδή η σύσπαση και η χάλαση του, ελέγχονται από το νεύρο αυτό.
Η πάρεση ή η παράλυση διαφράγματος συμβαίνει όταν το φρενικό νεύρο παύσει να λειτουργεί.
Αιτίες της πάρεσης διαφράγματος
Τραυματισμός του φρενικού νεύρου. Τραυματισμός του φρενικού νεύρου μπορεί να συμβεί κατά τον τοκετό ή μετά από τραύμα στον τράχηλο ή και το θώρακα. Επίσης κατά τη διάρκεια χειρουργικών επεμβάσεων που γίνονται κοντά στην περιοχή του φρενικού νεύρου, όπως είναι η αφαίρεση του θυρεοειδούς αδένα στον τράχηλο, η αφαίρεση του θύμου αδένα στο θώρακα καθώς και κατά τη διάρκεια καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων.
Πίεση από όγκους. Όγκοι στον τράχηλο και το μεσοθωράκιο ή ακόμα και όγκοι του πνεύμονα (καρκίνος πνεύμονα), μπορεί να διηθούν το νεύρο, έχοντας ως αποτέλεσμα την καταστροφή του.
Ιογενείς λοιμώξεις. Λοίμωξη από τον ιό του έρπητα ζωστήρα, έχει ενοχοποιηθεί για πάρεση διαφράγματος.
Παθήσεις της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, μπορεί επίσης να έχουν ως αποτέλεσμα την παράλυση του φρενικού νεύρου.
Νευρολογικές παθήσεις, όπως είναι η πλαγία μυοατροφική σκλήρυνση και η πολλαπλή σκλήρυνση. Στις περιπτώσεις αυτές, επηρεάζονται και τα δύο φρενικά νεύρα, με αποτέλεσμα να επέρχεται παράλυση και των δύο ημιδιαφραγμάτων.
Ποιο είναι το πρόβλημα στην πάρεση διαφράγματος
Όταν το ημιδιάφραγμα είναι παρετικό, τότε βρίσκεται σε μία συνεχή χάλαση και μάλιστα σε θέση πολύ υψηλότερη από την κανονική του θέση.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, ο αντίστοιχος πνεύμονας να μην εκπτύσσεται κατά τη φάση της εκπνοής και άρα να εισέρχεται σε αυτόν μικρότερη ποσότητα αέρα.
Επιπλέον, το περιεχόμενο της κοιλίας, λόγω του ότι το διάφραγμα είναι χαλαρό, πιέζει τον αντίστοιχο πνεύμονα, τμήματα του οποίου ατελεκτατούν μόνιμα, δηλαδή παύει να εισέρχεται αέρας σε αυτά μόνιμα.
Δημιουργείται λοιπόν ένας σοβαρός περιορισμός στην αναπνοή.
Συμπτώματα της πάρεσης διαφράγματος
Τα συμπτώματα σχετίζονται με το εάν έχει παραλύσει το ένα ή και τα δυο ημιδιαφράγματα, εάν αυτό συνέβη οξέως ή σταδιακά και αν υπάρχει υποκείμενη πνευμονική νόσος, π.χ. αποφρακτική ή άλλη πνευμονοπάθεια, καθώς και το σωματικό βάρος του ασθενούς, εάν δηλαδή είναι παχύσαρκος ή όχι.
Άνθρωποι που είναι σε καλή φυσική κατάσταση, δεν εκδηλώνουν συμπτώματα όταν βρίσκονται σε ηρεμία. Στην άσκηση όμως μπορεί να εκδηλώσουν δύσπνοια. Άνθρωποι οι οποίοι είναι σε μέτρια ή και κακή φυσική κατάσταση, μπορεί να έχουν δύσπνοια και στην ηρεμία.
Η δύσπνοια επιτείνεται στην ύπτια ή ανακεκλιμμένη θέση και κατά το σκύψιμο. Επίσης κατά την είσοδο στο νερό (πισίνα ή θάλασσα).
Τα συμπτώματα είναι πιο θορυβώδη σε παράλυση αμφότερων των φρενικών νεύρων, δηλαδή η δύσπνοια είναι πολύ έντονη ακόμη και στην ηρεμία (περιοριστική αναπνευστική ανεπάρκεια).
Μπορεί να συνυπάρχουν και άλλα συμπτώματα, όπως οπισθοστερνικός καύσος (από γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση), αυπνία και γενικά κακή ποιότητα ύπνου, αίσθημα κόπωσης, υπνηλία και πρωινή κεφαλαλγία (αποδίδονται στην κακή ποιότητα του ύπνου).
Διάγνωση της πάρεσης διαφράγματος
Η διάγνωση μπορεί να επιτευχθεί με μία απλή ακτινογραφία θώρακος. Σε αυτήν φαίνεται το παραλυμένο ημιδιάφραγμα να βρίσκεται σε πολύ υψηλότερη θέση από την φυσιολογική του.
Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με ακτινοσκόπηση. Σε αυτήν διαπιστώνεται παράδοξη κινητικότητα κατά τις αναπνευστικές κινήσεις (sniff test). Δηλαδή, κατά την εισπνοή, το παραλυμένο ημιδιάφραγμα ανυψώνεται και κατά την εκπνοή επιστρέφει σε χαμηλότερη θέση (υψηλότερη όμως της φυσιολογικής). Με τον ίδιο τρόπο επιβεβαιώνει τη διάγνωση και ο υπέρηχος.
H αξονική τομογραφία βοηθά στη διερεύνηση της αιτίας που προκάλεσε την παράλυση του διαφράγματος, π.χ. όγκος στον τράχηλο ή στο μεσοθωράκιο.
Η μαγνητική τομογραφία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διερεύνηση αιτιών που σχετίζονται με τη σπονδυλική στήλη και τις νευρικές ρίζες των αυχενικών νεύρων.
Η σπιρομέτρηση χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση των πνευμονικών όγκων και αποκαλύπτει το βαθμό στον οποίο επηρεάζονται οι πνεύμονες.
Το ηλεκτρομυογράφημα παρέχει και αυτό πληροφορίες σχετικά με την αιτία της παράλυσης.
Αντιμετώπιση της πάρεσης διαφράγματος
Στις περιπτώσεις που η παράλυση αφορά μόνο στο ένα ημιδιάφραγμα και οφείλεται σε τραυματισμό του φρενικού νεύρου, προτιμάται η πτύχωση του παραλυμένου ημιδιαφράγματος.
Όταν η παράλυση αφορά και στα δύο ημιδιαφράγματα, τότε εφαρμόζεται βηματοδότηση των ημιδιαφραγμάτων.