Πτύχωση Διαφράγματος
Το διάφραγμα είναι ο κύριος αναπνευστικός μυς. Αποτελείται από 2 αυτόνομα μεταξύ του μέρη, τα ημιδιαφράγματα, δεξιό και αριστερό, ένα για κάθε ημιθωράκιο. Φυσιολογικά, το κάθε ημιδιάφραγμα, το οποίο έχει σχήμα θόλου, κατά τη φάση της εισπνοής, συσπάται και επιπεδώνεται, προκαλώντας με αυτό τον τρόπο την έκπτυξη του πνεύμονα και την είσοδο αέρα σε αυτόν.
Στην περίπτωση ωστόσο, κατά την οποία το ημιδιάφραγμα είναι παρετικό, δηλαδή έχει υποστεί πάρεση και δε συσπάται, χαλαρώνει και προσομοιάζει με πανί ιστιοφόρου στον άνεμο. Επειδή δε λειτουργεί, κατά τη φάση της εισπνοής δεν επιπεδώνεται και έτσι ο υπερκείμενος πνεύμονας δεν εκπτύσσεται όσο προηγουμένως. Επιπλέον, επειδή το ημιδιάφραγμα είναι χαλαρό, δηλαδή χωρίς τόνο, η θετική πίεση που επικρατεί στην κοιλία και η οποία προηγουμένως εξισορροπούνταν από το ημιδιάφραγμα (πριν αυτό καταστεί παρετικό), τώρα προκαλεί άνωση στο ημιδιάφραγμα, δηλαδή μετατόπιση του σε υψηλότερη θέση, και πίεση στον υπερκείμενο πνεύμονα. Ο υπερκείμενος πνεύμονα τώρα έχει δύο προβλήματα: την ελαττωμένη έκπτυξη του και την πίεση που έρχεται από την κοιλία. Ο συνδυασμός των δύο περιορίζει σημαντικά την έκπτυξη του πνεύμονα και κατ’ ακολουθία την ικανότητα του να δεχθεί αέρα στην εισπνοή και να συμμετέχει στην αναπνοή. Μάλιστα, κατά την εισπνοή, το παρετικό ημιδιάφραγμα, δεχόμενο τη θετική πίεση της κοιλίας, αντί να κατασπάται, ανασπάται, με αποτέλεσμα όχι μόνο ο υπερκείμενος πνεύμονας να δέχεται λιγότερο αέρα, αλλά και το διοξείδιο του άνθρακα από αυτόν τον πνεύμονα να «εκπνέεται» παθητικά στον άλλο πνεύμονα. Το φαινόμενο αυτό λέγεται παράδοξη αναπνοή.
Το αποτέλεσμα της πάρεσης του ημιδιαφράγματος, είναι ο ασθενής να αισθάνεται ότι του λείπει αέρας, ιδίως στην άσκηση και ορισμένες φορές, ακόμη και στην ηρεμία ή στην πολύ μικρή προσπάθεια. Για πολλούς ασθενείς με πάρεση, δύσπνοια μπορεί να επέρχεται και κατά την κάμψη του κορμού, π.χ. όταν δένουν τα κορδόνια τους και κατά την κατάκλιση σε ύπτια ή και ημιύπτια θέση (λόγω του ότι στην κατάκλιση η πίεση στο ημιθωράκιο από τα κοιλιακά σπλάγχνα αυξάνεται).
Το πρόβλημα αντιμετωπίζεται με χειρουργική επέμβαση, δηλαδή την πύχωση του ημιδιαφράγματος. Πρόκειται ουσιαστικά για «σούρωμα» του ημιδιαφράγματος, το οποίο επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση σειράς ραφών.

Στο γράφημα παρουσιάζεται η πτύχωση διαφράγματος με ελάχιστα επεμβατικη τεχνική.
Σκοπός της πτύχωσης , είναι η άρση της χαλαρότητας (τέντωμα) και η σταθεροποίηση του διαφράγματος σε χαμηλή θέση, στη θέση που θα είχε φυσιολογικά κατά την εισπνοή. Με τον τρόπο αυτό, εξισορροπείται η πίεση που ασκεί η κοιλία στον υπερκείμενο πνεύμονα και αποκαθίσταται ο όγκος του σύστοιχου ημιθωρακίου. Ως αποτέλεσμα, βελτιώνεται η έκπτυξη του πνεύμονα κατά την εισπνοή και άρα ο όγκος του αέρα που εισέρχεται σε αυτόν. Επιπρόσθετα, επειδή καταργείται το φαινόμενο της παράδοξης αναπνοής, ελαττώνεται σημαντικά το διοξείδιο του άνθρακα που εκπνέεται παθητικά από τον υπερκείμενο - του παρετικού – ημιδιαφράγματος πνεύμονα.
Μετά την πτύχωση ο ασθενής βιώνει την κατάργηση της δύσπνοιας και μία σημαντική αύξηση της ικανότητας του για άσκηση. Το αποτέλεσμα της πτύχωσης του ημιδιαφράγματος μπορεί να πολλαπλασιαστεί με την κατάλληλη αναπνευστική γυμναστική και εκπαίδευση του ασθενούς να χρησιμοποιεί καλύτερα το άλλο ημιδιάφραγμα αλλά και τους επικουρικούς αναπνευστικούς μύες. Εάν ο ασθενής είναι υπέρβαρος, ο έλεγχος του βάρους του, λειτουργεί πολλαπλασιαστικά στο θετικό αποτέλεσμα του χειρουργείου.
Η πτύχωση δεν αποκαθιστά τη λειτουργικότητα του παρετικού ημιδιαφράγματος, αλλά εξουδετερώνει την παράδοξη αναπνοή και την αυξημένη πίεση της κοιλίας στον υπερκείμενο πνεύμονα. Για το λόγο αυτό, ειδικά στις περιπτώσεις που η πάρεση είναι ιδιοπαθής, δηλαδή δεν ανευρίσκεται κάποια αιτία, είναι σημαντικό να δίδεται χρόνος τουλάχιστον 6 μηνών, πριν την πραγματοποίηση της πτύχωσης, καθώς στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να παρατηρηθεί υποστροφή της πάρεσης και αποκατάσταση της λειτουργίας του ημιδιαφράγματος.
Η πτύχωση του ημιδιαφράγματος μπορεί να πραγματοποιηθεί ανοικτά, δηλαδή με θωρακοτομή και με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο, είτε θωρακοσκοπικά, είτε ρομποτικά.
Η ομάδα μας διενεργεί την πτύχωση του ημιδιαφράγματος, με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο, με τη χρήση του ρομποτικού συστήματος Da Vinci (ρομποτικά). Η ευκολία που παρέχει στο χειρουργό για την σωστή τοποθέτηση των ραφών το ρομποτικό σύστημα, καθιστά τη ρομποτική χειρουργική τη μέθοδο εκλογής για την πραγματοποίηση αυτής της επέμβασης.
Η ανάρρωση είναι άμεση. Η παραμονή στο νοσοκομείο είναι 1-2 ημέρες. Μετά το εξιτήριο ο ασθενής επιστρέφει άμεσα στις προηγούμενες δραστηριότητες του, ωστόσο για τις πρώτες περίπου 3-4 εβδομάδες, συστήνεται η αποφυγή της άρσης βαρών και γενικά των δραστηριοτήτων που μπορεί να αυξήσουν σημαντικά την πίεση της κοιλίας στο θώρακα.